↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η πλάνης οι πλάνητες
      γενική του/της πλάνητος των πλανήτων
    αιτιατική τον/την πλάνητα τους/τις πλάνητες
     κλητική πλάνης πλάνητες
όπως «αρχαιόκλιτα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πλάνης < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική πλάνης

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πλάνης αρσενικό ή θηλυκό ή επίθετο διγενές

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία



ζητούμενο λήμμα