Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πιπεροδοχείο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
πιπεροδοχεί
ο
τα
πιπεροδοχεί
α
γενική
του
πιπεροδοχεί
ου
των
πιπεροδοχεί
ων
αιτιατική
το
πιπεροδοχεί
ο
τα
πιπεροδοχεί
α
κλητική
πιπεροδοχεί
ο
πιπεροδοχεί
α
Κατηγορία
όπως «
πεύκο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
πιπεροδοχείο
<
γαλλική
πιπεροδοχείον
<
πιπέρι
+
-ο-
+
δοχεῖον
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πιπεροδοχείο
ουδέτερο
πιπεριέρα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πιπεροδοχείο
→
δείτε
τη λέξη
πιπεριέρα