• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

πεταλωτής

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο πεταλωτής οι πεταλωτήδες
      γενική του πεταλωτή των πεταλωτήδων
    αιτιατική τον πεταλωτή τους πεταλωτήδες
     κλητική πεταλωτή πεταλωτήδες
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
πεταλωτής < πεταλώνω + -τής < πέταλο

Ουσιαστικό

επεξεργασία

πεταλωτής αρσενικό

  • (επάγγελμα) ο σιδεράς που πεταλώνει άλογα

Συγγενικά

επεξεργασία
  • Πεταλωτής (επώνυμο)
  • πεταλωτικά
  • πεταλωτική
  • πεταλωτικός
  • → δείτε τις λέξεις πεταλώνω και πέταλο

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    πεταλωτής
  • αγγλικά : farrier (en)
  • βοσνιακά : potkivač (bs)
  • γαλλικά : maréchal-ferrant (fr)
  • γερμανικά : Hufschmied (de)
  • εβραϊκά : פרזול סוסים (he)
  • ισλανδικά : járningamaður (is)
  • πολωνικά : podkuwacz (pl)
  • ρωσικά : кузнец (ru)
  • τουρκικά : nalbant (tr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=πεταλωτής&oldid=7114012"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαΐου 2025, στις 19:53

Γλώσσες

    • English
    • Kurdî
    • Malagasy
    • Srpskohrvatski / српскохрватски
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαΐου 2025, στις 19:53. Page was rendered with Parsoid.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας