↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο περίπαθος η περίπαθη το περίπαθο
      γενική του περίπαθου της περίπαθης του περίπαθου
    αιτιατική τον περίπαθο την περίπαθη το περίπαθο
     κλητική περίπαθε περίπαθη περίπαθο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι περίπαθοι οι περίπαθες τα περίπαθα
      γενική των περίπαθων των περίπαθων των περίπαθων
    αιτιατική τους περίπαθους τις περίπαθες τα περίπαθα
     κλητική περίπαθοι περίπαθες περίπαθα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
περίπαθος < περί- + -παθος

  Επίθετο

επεξεργασία

περίπαθος, -η, -ο

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία