Δείτε επίσης: πάστα
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα παστά
      γενική των παστών
    αιτιατική τα παστά
     κλητική παστά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
παστά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου παστός

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

παστά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Συνώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Ετυμολογία

επεξεργασία
παστά < παστός +

  Επίρρημα

επεξεργασία

παστά

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

παστά