Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παρασύνθετο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
παρασύνθετ
ο
τα
παρασύνθετ
α
γενική
του
παρασύνθετ
ου
των
παρασύνθετ
ων
αιτιατική
το
παρασύνθετ
ο
τα
παρασύνθετ
α
κλητική
παρασύνθετ
ο
παρασύνθετ
α
Κατηγορία
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
παρασύνθετο
<
ουδέτερο
του
παρασύνθετος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
παρασύνθετο
ουδέτερο
(
γραμματική
)
λέξη
παράγωγη
από
σύνθετη
λέξη
, όπως
συνεργώ
>
συνεργός
> συν και έργο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παρασύνθετο