Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παράμαλλο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συγγενικά
1.3.2
Δείτε επίσης
1.3.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
παράμαλλ
ο
τα
παράμαλλ
α
γενική
του
παράμαλλ
ου
των
παράμαλλ
ων
αιτιατική
το
παράμαλλ
ο
τα
παράμαλλ
α
κλητική
παράμαλλ
ο
παράμαλλ
α
Κατηγορία
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
παράμαλλο
<
παρα-
+
μαλλί
+
-ο
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
paˈɾa.ma.lo
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
παράμαλλο
ουδέτερο
το
νήμα
του
παραγαδιού
, που στην
άκρη
του βρίσκεται το
αγκίστρι
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
παρά
και
μαλλί
Δείτε επίσης
επεξεργασία
ψάρεμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παράμαλλο
αγγλικά
:
snell
(en)