Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παντομιμικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
παντομιμικ
ός
η
παντομιμικ
ή
το
παντομιμικ
ό
γενική
του
παντομιμικ
ού
της
παντομιμικ
ής
του
παντομιμικ
ού
αιτιατική
τον
παντομιμικ
ό
την
παντομιμικ
ή
το
παντομιμικ
ό
κλητική
παντομιμικ
έ
παντομιμικ
ή
παντομιμικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
παντομιμικ
οί
οι
παντομιμικ
ές
τα
παντομιμικ
ά
γενική
των
παντομιμικ
ών
των
παντομιμικ
ών
των
παντομιμικ
ών
αιτιατική
τους
παντομιμικ
ούς
τις
παντομιμικ
ές
τα
παντομιμικ
ά
κλητική
παντομιμικ
οί
παντομιμικ
ές
παντομιμικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
παντομιμικός
<
ελληνιστική κοινή
παντομιμικός
<
παντόμιμος
Επίθετο
επεξεργασία
παντομιμικός
που έχει
σχέση
με τον
παντόμιμο
(ή την
παντομίμα
) ή αναφέρεται σ’ αυτά
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παντομιμικός