Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πανορθόδοξος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
πανορθόδοξ
ος
η
πανορθόδοξ
η
το
πανορθόδοξ
ο
γενική
του
πανορθόδοξ
ου
της
πανορθόδοξ
ης
του
πανορθόδοξ
ου
αιτιατική
τον
πανορθόδοξ
ο
την
πανορθόδοξ
η
το
πανορθόδοξ
ο
κλητική
πανορθόδοξ
ε
πανορθόδοξ
η
πανορθόδοξ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
πανορθόδοξ
οι
οι
πανορθόδοξ
ες
τα
πανορθόδοξ
α
γενική
των
πανορθόδοξ
ων
των
πανορθόδοξ
ων
των
πανορθόδοξ
ων
αιτιατική
τους
πανορθόδοξ
ους
τις
πανορθόδοξ
ες
τα
πανορθόδοξ
α
κλητική
πανορθόδοξ
οι
πανορθόδοξ
ες
πανορθόδοξ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
πανορθόδοξος
<
παν-
+
ορθόδοξος
Επίθετο
επεξεργασία
πανορθόδοξος
που αφορά όλη την
ορθοδοξία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πανορθόδοξος