παλιογυναίκα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /pa.ʎo.ʝiˈne.ka/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πα‐λιο‐γυ‐ναί‐κα
Ουσιαστικό επεξεργασία
παλιογυναίκα θηλυκό
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
παλιογυναίκα
|
- ↑ παλιογυναίκα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας