Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο παιδοβιαστής οι παιδοβιαστές
      γενική του παιδοβιαστή των παιδοβιαστών
    αιτιατική τον παιδοβιαστή τους παιδοβιαστές
     κλητική παιδοβιαστή παιδοβιαστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

παιδοβιαστής < παιδο- + βιαστής

  Ουσιαστικό επεξεργασία

παιδοβιαστής αρσενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία