Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται να μορφοποιηθούν όπως συνηθίζεται στο Βικιλεξικό,
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες.

Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού.

Για μορφοποίηση: δημιουργούμε τα λήμματα πατώντας τη σχετική παραπομπή αριστερά στα μενού!.


Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο οριοθέτης οι οριοθέτες
      γενική του οριοθέτη των οριοθετών
    αιτιατική τον οριοθέτη τους οριοθέτες
     κλητική οριοθέτη οριοθέτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Γραφική απεικόνιση ενός αρχείου κειμένου με μορφή CSV. Τα κόμματα (εμφανίζονται με κόκκινο χρώμα) χρησιμοποιούνται ως οριοθέτες σε τιμές δεδομένων.

  Ετυμολογία επεξεργασία

οριοθέτης < οριοθετώ + -ης

  Ουσιαστικό επεξεργασία

οριοθέτης αρσενικό

  1. νοερό ή φυσικό μαρκάρισμα ορίων ή συνόρων
  2. ανθρώπος ή μηχανισμός που θέτει όρια
  3. (πληροφορική) ένας από τους ειδικούς χαρακτήρες (πχ. (, ), {, }, ", κλπ.) που χρησιμοποιούνται για ομαδοποίηση εντολών, διαχωρισμό δεδομένων, κλπ.

Εκφράσεις επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία