Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ορθομετρικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ορθομετρικ
ός
η
ορθομετρικ
ή
το
ορθομετρικ
ό
γενική
του
ορθομετρικ
ού
της
ορθομετρικ
ής
του
ορθομετρικ
ού
αιτιατική
τον
ορθομετρικ
ό
την
ορθομετρικ
ή
το
ορθομετρικ
ό
κλητική
ορθομετρικ
έ
ορθομετρικ
ή
ορθομετρικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ορθομετρικ
οί
οι
ορθομετρικ
ές
τα
ορθομετρικ
ά
γενική
των
ορθομετρικ
ών
των
ορθομετρικ
ών
των
ορθομετρικ
ών
αιτιατική
τους
ορθομετρικ
ούς
τις
ορθομετρικ
ές
τα
ορθομετρικ
ά
κλητική
ορθομετρικ
οί
ορθομετρικ
ές
ορθομετρικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ορθομετρικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
ορθομετρικός, -ή, -ό
που έχει
άξονες
που
τέμνονται
κάθετα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ορθομετρικός
γαλλικά
:
orthométrique
(fr)