↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο οπερατικός η οπερατική το οπερατικό
      γενική του οπερατικού της οπερατικής του οπερατικού
    αιτιατική τον οπερατικό την οπερατική το οπερατικό
     κλητική οπερατικέ οπερατική οπερατικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι οπερατικοί οι οπερατικές τα οπερατικά
      γενική των οπερατικών των οπερατικών των οπερατικών
    αιτιατική τους οπερατικούς τις οπερατικές τα οπερατικά
     κλητική οπερατικοί οπερατικές οπερατικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
οπερατικός < Μορφολογικά αναλύεται σε όπερα + -τικός• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /o.pe.ɾa.tiˈkos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ο‐πε‐ρα‐τι‐κός

  Επίθετο

επεξεργασία

οπερατικός, -ή, -ό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • οπερατικός - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)