Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ολίσθημα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ολίσθημα
τα
ολισθήμα
τ
α
γενική
του
ολισθήμα
τ
ος
των
ολισθημά
τ
ων
αιτιατική
το
ολίσθημα
τα
ολισθήμα
τ
α
κλητική
ολίσθημα
ολισθήμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ολίσθημα
< ολισθαίνω < ὀλισθάνω και ὀλισθαίνω
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ολίσθημα
ουδέτερο
το ανεπίτρεπτο σφάλμα
γλωσσικό ολίσθημα
Συγγενικά
επεξεργασία
ολισθαίνω
ολισθηρός
ολισθηρότητα
ολίσθηση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ολίσθημα
αγγλικά
:
slip
(en)
,
slip-up
(en)
γαλλικά
:
erreur
(fr)
,
lapsus
(fr)