Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ξιφοθήκη
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ξιφοθήκ
η
οι
ξιφοθήκ
ες
γενική
της
ξιφοθήκ
ης
των
ξιφοθηκ
ών
αιτιατική
την
ξιφοθήκ
η
τις
ξιφοθήκ
ες
κλητική
ξιφοθήκ
η
ξιφοθήκ
ες
Κατηγορία
όπως «
νίκη
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ξιφοθήκη
<
ξίφος
+
θήκη
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ξιφοθήκη
θηλυκό
θήκη
,
κολεός
ξίφους, κοινώς
θηκάρι
ή
φηκάρι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ξιφοθήκη