↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η νευροουρολογία οι νευροουρολογίες
      γενική της νευροουρολογίας των νευροουρολογιών
    αιτιατική τη νευροουρολογία τις νευροουρολογίες
     κλητική νευροουρολογία νευροουρολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
νευροουρολογία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική neurourology < αρχαία ελληνική νεῦρον + οὖρον + λέγω. Μορφολογικά αναλύεται σε νευρο- + ουρολογία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

νευροουρολογία θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Υπερώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία