↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο νευροεπιστημονικός η νευροεπιστημονική το νευροεπιστημονικό
      γενική του νευροεπιστημονικού της νευροεπιστημονικής του νευροεπιστημονικού
    αιτιατική τον νευροεπιστημονικό τη νευροεπιστημονική το νευροεπιστημονικό
     κλητική νευροεπιστημονικέ νευροεπιστημονική νευροεπιστημονικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι νευροεπιστημονικοί οι νευροεπιστημονικές τα νευροεπιστημονικά
      γενική των νευροεπιστημονικών των νευροεπιστημονικών των νευροεπιστημονικών
    αιτιατική τους νευροεπιστημονικούς τις νευροεπιστημονικές τα νευροεπιστημονικά
     κλητική νευροεπιστημονικοί νευροεπιστημονικές νευροεπιστημονικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
νευροεπιστημονικός < νευρο- + επιστημονικός

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ne.vɾo.e.pi.sti.mo.niˈkos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: νευ‐ρο‐ε‐πι‐στη‐μο‐νι‐κός

  Επίθετο

επεξεργασία

νευροεπιστημονικός, -ή, -ό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr