νευροεπιστήμονας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- νευροεπιστήμονας < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική neuroscientist < neuro- (νευρο-) + scientist (επιστήμονας)
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίανευροεπιστήμονας αρσενικό
- (ιατρική, βιολογία) επιστήμονας που ασχολείται με το διεπιστημονικό αντικείμενο της νευροεπιστήμης
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Neuroscientist job description @study.com. πρόσβαση:2019.06.17.
Μεταφράσεις
επεξεργασία νευροεπιστήμονας