• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

νεομυκίνη

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Δείτε επίσης
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η νεομυκίνη οι νεομυκίνες
      γενική της νεομυκίνης των νεομυκινών
    αιτιατική τη νεομυκίνη τις νεομυκίνες
     κλητική νεομυκίνη νεομυκίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
νεομυκίνη < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική neomycin < neo- (< αρχαία ελληνική νέος) +‎ -mycin (< αρχαία ελληνική μύκης)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

νεομυκίνη θηλυκό

  • (ιατρική, φαρμακευτική, βιοχημεία) αμινογλυκοσιδικό αντιβιοτικό ευρέως φάσματος που χρησιμοποιείται ειδικά για τη θεραπεία τοπικών λοιμώξεων

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • Neomycin στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    νεομυκίνη
  • αγγλικά : neomycin (en), neomycine (en)
  • γαλλικά : néomycine (fr)
  • γερμανικά : Neomycin (de)
  • πολωνικά : neomycyna (pl)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=νεομυκίνη&oldid=7112121"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαΐου 2025, στις 16:57

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαΐου 2025, στις 16:57. Page was rendered with Parsoid.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας