μυούμενος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
παθητική Μετοχή του μυώ επεξεργασία
- άτομο κατά την διαδικασία, χρονική περίοδο της μύησης
Μεταφράσεις επεξεργασία
- αγγλικά : μυούμενος ή φρεσκομυημένος: initiate (en), under induction (en), under blooding (en)