↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα μονεγασκικά
      γενική των μονεγασκικών
    αιτιατική τα μονεγασκικά
     κλητική μονεγασκικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
μονεγασκικά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου μονεγασκικός στον πληθυντικό < γαλλική Monégasque

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

μονεγασκικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία