μολύβδινος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μολύβδινος < αρχαία ελληνική μολύβδινος
Επίθετο επεξεργασία
μολύβδινος, -η, -ο
- που είναι κατασκευασμένος από μόλυβδο
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
μολύβδινος
|
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μολύβδινος < μόλυβδος
Επίθετο επεξεργασία
μολύβδινος