μικροϋπολογιστής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- μικροϋπολογιστής < μικρο- + υπολογιστής ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική microcomputer)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μικροϋπολογιστής αρσενικό
Δείτε επίσης
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μικροϋπολογιστής
|