↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μικροβαρύτητα οι μικροβαρύτητες
      γενική της μικροβαρύτητας των μικροβαρυτήτων
    αιτιατική τη μικροβαρύτητα τις μικροβαρύτητες
     κλητική μικροβαρύτητα μικροβαρύτητες
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
μικροβαρύτητα (νεολογισμός) < μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική microgravity. Μορφολογικά αναλύεται σε μικρο- + βαρύτητα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

μικροβαρύτητα θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία