Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μεταπρατισμός οι μεταπρατισμοί
      γενική του μεταπρατισμού των μεταπρατισμών
    αιτιατική τον μεταπρατισμό τους μεταπρατισμούς
     κλητική μεταπρατισμέ μεταπρατισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μεταπρατισμός < μεταπράτ(ης) + -ισμός

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /me.ta.pɾa.tiˈzmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: με‐τα‐πρα‐τι‐σμός

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μεταπρατισμός αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr