Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μεταθετικιστής οι μεταθετικιστές
      γενική του μεταθετικιστή των μεταθετικιστών
    αιτιατική τον μεταθετικιστή τους μεταθετικιστές
     κλητική μεταθετικιστή μεταθετικιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μεταθετικιστής < μετα- + θετικιστής ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική meta-positivist)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μεταθετικιστής αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία