μετάφραγμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
μετάφραγμα ουδέτερο
- (ναυτικός όρος) χώρος ενός πολεμικού πλοίου, μεταξύ δύο καταστρωμάτων, όπου τοποθετούνται κανόνια
- (εντομολογία) μεμβράνη ανάμεσα στην κοιλία και τον θώρακα εντόμων
Μεταφράσεις επεξεργασία
μετάφραγμα
|