Άνοιγμα κυρίου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Είσοδος
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μεσόκοπος
Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ελληνικά (el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Ελληνικά (el)
Επεξεργασία
πτώση
ενικός
ονομαστική
μεσόκοπ
ος
μεσόκοπ
η
μεσόκοπ
ο
γενική
μεσόκοπ
ου
μεσόκοπ
ης
μεσόκοπ
ου
αιτιατική
μεσόκοπ
ο
μεσόκοπ
η
μεσόκοπ
ο
κλητική
μεσόκοπ
ε
μεσόκοπ
η
μεσόκοπ
ο
πτώση
πληθυντικός
ονομαστική
μεσόκοπ
οι
μεσόκοπ
ες
μεσόκοπ
α
γενική
μεσόκοπ
ων
μεσόκοπ
ων
μεσόκοπ
ων
αιτιατική
μεσόκοπ
ους
μεσόκοπ
ες
μεσόκοπ
α
κλητική
μεσόκοπ
οι
μεσόκοπ
ες
μεσόκοπ
α
Ετυμολογία
Επεξεργασία
μεσόκοπος
<
αρχαία ελληνική
μεσόκοπος
Επίθετο
Επεξεργασία
μεσόκοπος, -η, -ο
που βρίσκεται σε μια
μέση
(για τη
ζωή
ενός ανθρώπου)
ηλικία
, κάπου γύρω στα 50
Συνώνυμα
Επεξεργασία
μεσήλικας
Μεταφράσεις
Επεξεργασία
μεσόκοπος
→
δείτε
τη λέξη
μεσήλικας