• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

μεσοκαλόκαιρο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Αντώνυμα
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μεσοκαλόκαιρο τα μεσοκαλόκαιρα
      γενική του μεσοκαλόκαιρου των μεσοκαλόκαιρων
    αιτιατική το μεσοκαλόκαιρο τα μεσοκαλόκαιρα
     κλητική μεσοκαλόκαιρο μεσοκαλόκαιρα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
μεσοκαλόκαιρο < μεσο- + καλοκαίρ(ι) + -ο

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /me.so.kaˈlo.ce.ro/
τυπογραφικός συλλαβισμός : με‐σο‐κα‐λό‐και‐ρο

Ουσιαστικό

επεξεργασία

μεσοκαλόκαιρο ουδέτερο

  • (προφορικό) η μέση του καλοκαιριού, το μεσαίο τμήμα του

Αντώνυμα

επεξεργασία
  • μεσοχείμωνο

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    μεσοκαλόκαιρο
  • αγγλικά : midsummer (en)
  • γερμανικά : Hochsommer (de)
  • ολλανδικά : midzomer (nl)
  • σουηδικά : midsommar (sv)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=μεσοκαλόκαιρο&oldid=5577280"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Αυγούστου 2022, στις 17:25

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Αυγούστου 2022, στις 17:25.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας