• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

λουλακάτος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο λουλακάτος η λουλακάτη το λουλακάτο
      γενική του λουλακάτου της λουλακάτης του λουλακάτου
    αιτιατική τον λουλακάτο τη λουλακάτη το λουλακάτο
     κλητική λουλακάτε λουλακάτη λουλακάτο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι λουλακάτοι οι λουλακάτες τα λουλακάτα
      γενική των λουλακάτων των λουλακάτων των λουλακάτων
    αιτιατική τους λουλακάτους τις λουλακάτες τα λουλακάτα
     κλητική λουλακάτοι λουλακάτες λουλακάτα
Κατηγορία όπως «ξένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
λουλακάτος < λουλάκι + -άτος

Επίθετο

επεξεργασία

λουλακάτος

  • (σπάνιο) άλλη μορφή του λουλακής

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    λουλακάτος
  • → δείτε τη λέξη λουλακής
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=λουλακάτος&oldid=5553342"
Τελευταία επεξεργασία στις 3 Απριλίου 2022, στις 05:13

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 3 Απριλίου 2022, στις 05:13.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας