• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

λησταρχείο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : λησταρχία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το λησταρχείο τα λησταρχεία
      γενική του λησταρχείου των λησταρχείων
    αιτιατική το λησταρχείο τα λησταρχεία
     κλητική λησταρχείο λησταρχεία
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
λησταρχείο < μεσαιωνική ελληνική λησταρχεῖον < ελληνιστική κοινή λῄσταρχος

Ουσιαστικό

επεξεργασία

λησταρχείο ουδέτερο

  1. κρησφύγετο των ληστών και των ληστάρχων
  2. (μεταφορικά) επιχείρηση που παρέχει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες της ακριβά και αισχροκερδώς

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τις λέξεις λήσταρχος, ληστής και άρχω

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    λησταρχείο
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=λησταρχείο&oldid=5487661"
Τελευταία επεξεργασία στις 31 Ιανουαρίου 2022, στις 16:57

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 31 Ιανουαρίου 2022, στις 16:57.
      • Page was rendered with Parsoid.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας