Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
σκάφος με λατίνι
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το λατίνι τα λατίνια
      γενική του λατινιού των λατινιών
    αιτιατική το λατίνι τα λατίνια
     κλητική λατίνι λατίνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

λατίνι < ιταλική vela latina (λατινικό πανί)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

λατίνι ουδέτερο

  1. τριγωνικό πανί ιστιοφόρου που κρέμεται από αντένα, διαγωνίως προσδεμένη στο κατάρτι
    ※  Στη Μονεμπασιά είχε φουντάρει ένα πρωινό, μέσα σε μια κόκκινη βάρκα, με το λατίνι κουρελιασμένο. (Κωστής Μπαστιάς Καβο-Μαλιάς [διήγημα])
  2. (συνεκδοχικά) πλοίο με τέτοιου είδους πανί

  Μεταφράσεις επεξεργασία