• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

κυτοβλάστη

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Άλλες μορφές
      • 1.2.2 Συνώνυμα
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κυτοβλάστη οι κυτοβλάστες
      γενική της κυτοβλάστης των κυτοβλαστών
    αιτιατική την κυτοβλάστη τις κυτοβλάστες
     κλητική κυτοβλάστη κυτοβλάστες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
κυτοβλάστη < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική cytoblast < αρχαία ελληνική κύτος (< κύω) + βλάστη

Ουσιαστικό

επεξεργασία

κυτοβλάστη θηλυκό

  • (ανατομία) ο πυρήνας ενός κυττάρου

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • κυτταροβλάστη

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • πυρήνας

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    κυτοβλάστη
  • → δείτε τη λέξη κυτταροβλάστη
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=κυτοβλάστη&oldid=5534687"
Τελευταία επεξεργασία στις 16 Φεβρουαρίου 2022, στις 15:08

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 16 Φεβρουαρίου 2022, στις 15:08.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας