Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κρατητήριο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
κρατητήρι
ο
τα
κρατητήρι
α
γενική
του
κρατητηρί
ου
&
κρατητήρι
ου
των
κρατητηρί
ων
αιτιατική
το
κρατητήρι
ο
τα
κρατητήρι
α
κλητική
κρατητήρι
ο
κρατητήρι
α
Κατηγορία
όπως «
πρόσωπο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
κρατητήριο
< από το ρήμα
κρατώ
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κρατητήριο
ουδέτερο
ο χώρος στα
αστυνομικά τμήματα
όπου κρατούνται προσωρινά οι κρατούμενοι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κρατητήριο
αγγλικά
:
holding cell
(en)
,
detention cell
(en)
γαλλικά
:
cellule
(fr)
(de
détention
(fr)
), "trou" (
οικ.
)
ισπανικά
:
calabozo
(es)