holding cell
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
holding cell | holding cells |
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαholding cell (en) → δείτε τις λέξεις holding, hold και cell
- το κρατητήριο
ενικός | πληθυντικός |
holding cell | holding cells |
holding cell (en) → δείτε τις λέξεις holding, hold και cell