cellule
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαcellule (fr)
- (βιολογία) το κύτταρο
- το κελί
- το κρατητήριο
Παράγωγα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- cellule - Dictionnaire de français (Λεξικό της γαλλικής γλώσσας) - Larousse online
- cellule - ετυμολογία, λήμμα cellule - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé