Ετυμολογία

επεξεργασία
κουδουνίζω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική κωδωνίζω < αρχαία ελληνική κώδων

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ku.ðuˈni.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κου‐δου‐νί‐ζω

κουδουνίζω, πρτ.: κουδούνιζα, αόρ.: κουδούνισα (χωρίς παθητική φωνή)

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Εκφράσεις

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία