κορακάτος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
κορακάτος
- που έχει το μαύρο και γυαλιστερό χρώμα του κόρακα
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη κόρακας
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κορακάτος
|