• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

κλυσμός

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συνώνυμα
      • 1.3.2 Συγγενικά
      • 1.3.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο κλυσμός οι κλυσμοί
      γενική του κλυσμού των κλυσμών
    αιτιατική τον κλυσμό τους κλυσμούς
     κλητική κλυσμέ κλυσμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
κλυσμός < ελληνιστική κοινή κλυσμός < αρχαία ελληνική κλύζω

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /kliˈzmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός : κλυ‐σμός

Ουσιαστικό

επεξεργασία

κλυσμός αρσενικό

  • υγρό που εισάγουμε με κλυστήρα για την πραγματοποίηση κλύσματος

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • ένεμα

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τη λέξη κλύσμα

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    κλυσμός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=κλυσμός&oldid=5483695"
Τελευταία επεξεργασία στις 31 Ιανουαρίου 2022, στις 06:17

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 31 Ιανουαρίου 2022, στις 06:17.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας