• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

καφεπότης

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο καφεπότης οι καφεπότες
      γενική του καφεπότη των καφεποτών
    αιτιατική τον καφεπότη τους καφεπότες
     κλητική καφεπότη καφεπότες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
καφεπότης < καφές + πότης

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

καφεπότης αρσενικό (θηλυκό: καφεπότρια)

  • αυτός που πίνει (πολύ) καφέ

Συγγενικά

επεξεργασία
  • καφεποσία
  • καφεπότρια
  • → δείτε τις λέξεις καφές και πίνω

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
    καφεπότης
  • αγγλικά : coffee drinker (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=καφεπότης&oldid=6659010"
Τελευταία επεξεργασία στις 25 Μαρτίου 2024, στις 20:57

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 25 Μαρτίου 2024, στις 20:57.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας