Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο καταπνικτικός η καταπνικτική το καταπνικτικό
      γενική του καταπνικτικού της καταπνικτικής του καταπνικτικού
    αιτιατική τον καταπνικτικό την καταπνικτική το καταπνικτικό
     κλητική καταπνικτικέ καταπνικτική καταπνικτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι καταπνικτικοί οι καταπνικτικές τα καταπνικτικά
      γενική των καταπνικτικών των καταπνικτικών των καταπνικτικών
    αιτιατική τους καταπνικτικούς τις καταπνικτικές τα καταπνικτικά
     κλητική καταπνικτικοί καταπνικτικές καταπνικτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

καταπνικτικός < καταπνίγω + -τικός

  Επίθετο επεξεργασία

καταπνικτικός

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • καταπνικτικός - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)