Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
καστρόπορτα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
Καστρόπορτα
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συγγενικά
1.3.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
καστρόπορτ
α
οι
καστρόπορτ
ες
γενική
της
καστρόπορτ
ας
των
καστροπορτ
ών
αιτιατική
την
καστρόπορτ
α
τις
καστρόπορτ
ες
κλητική
καστρόπορτ
α
καστρόπορτ
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
καστρόπορτα
<
κάστρ(ο)
+
-ό-
+
πόρτα
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
kaˈstɾo.poɾ.ta
/
τυπογραφικός συλλαβισμός
:
κα‐στρό‐πορ‐τα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
καστρόπορτα
θηλυκό
η
πόρτα
/
πύλη
ενός
κάστρου
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
κάστρο
και
πόρτα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
καστρόπορτα
αγγλικά
:
castle
gate
(en)