Ετυμολογία 1

επεξεργασία
κακά < (στην παιδική γλώσσα) λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κακά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Εκφράσεις

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Ετυμολογία 2

επεξεργασία
κακά < κακ(ός) +

  Επίρρημα

επεξεργασία

κακά

  1. με κακία
  2. άσχημα

Αντώνυμα

επεξεργασία

Εκφράσεις

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Ετυμολογία 3

επεξεργασία
κακά: κλιτικός τύπος

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

κακά