Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ιγμόρειος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ιγμόρει
ος
η
ιγμόρει
α
το
ιγμόρει
ο
γενική
του
ιγμόρει
ου
της
ιγμόρει
ας
του
ιγμόρει
ου
αιτιατική
τον
ιγμόρει
ο
την
ιγμόρει
α
το
ιγμόρει
ο
κλητική
ιγμόρει
ε
ιγμόρει
α
ιγμόρει
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ιγμόρει
οι
οι
ιγμόρει
ες
τα
ιγμόρει
α
γενική
των
ιγμόρει
ων
των
ιγμόρει
ων
των
ιγμόρει
ων
αιτιατική
τους
ιγμόρει
ους
τις
ιγμόρει
ες
τα
ιγμόρει
α
κλητική
ιγμόρει
οι
ιγμόρει
ες
ιγμόρει
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
θαυμάσιος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ιγμόρειος
<
αγγλική
Highmore
Επίθετο
επεξεργασία
ιγμόρειος
που έχει
σχέση
με το
ιγμόρειο
ή αναφέρεται σ’ αυτό
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
ιγμόρειο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ιγμόρειος