↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο θαλασσόχρωμος η θαλασσόχρωμη το θαλασσόχρωμο
      γενική του θαλασσόχρωμου της θαλασσόχρωμης του θαλασσόχρωμου
    αιτιατική τον θαλασσόχρωμο τη θαλασσόχρωμη το θαλασσόχρωμο
     κλητική θαλασσόχρωμε θαλασσόχρωμη θαλασσόχρωμο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι θαλασσόχρωμοι οι θαλασσόχρωμες τα θαλασσόχρωμα
      γενική των θαλασσόχρωμων των θαλασσόχρωμων των θαλασσόχρωμων
    αιτιατική τους θαλασσόχρωμους τις θαλασσόχρωμες τα θαλασσόχρωμα
     κλητική θαλασσόχρωμοι θαλασσόχρωμες θαλασσόχρωμα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
θαλασσόχρωμος < θάλασσ(α) + -ό- + -χρωμος

  Επίθετο

επεξεργασία

θαλασσόχρωμος, -η, -ο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία