Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
θαλασσόχρωμος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
θαλασσόχρωμ
ος
η
θαλασσόχρωμ
η
το
θαλασσόχρωμ
ο
γενική
του
θαλασσόχρωμ
ου
της
θαλασσόχρωμ
ης
του
θαλασσόχρωμ
ου
αιτιατική
τον
θαλασσόχρωμ
ο
τη
θαλασσόχρωμ
η
το
θαλασσόχρωμ
ο
κλητική
θαλασσόχρωμ
ε
θαλασσόχρωμ
η
θαλασσόχρωμ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
θαλασσόχρωμ
οι
οι
θαλασσόχρωμ
ες
τα
θαλασσόχρωμ
α
γενική
των
θαλασσόχρωμ
ων
των
θαλασσόχρωμ
ων
των
θαλασσόχρωμ
ων
αιτιατική
τους
θαλασσόχρωμ
ους
τις
θαλασσόχρωμ
ες
τα
θαλασσόχρωμ
α
κλητική
θαλασσόχρωμ
οι
θαλασσόχρωμ
ες
θαλασσόχρωμ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
θαλασσόχρωμος
<
θάλασσ(α)
+
-ό-
+
-χρωμος
Επίθετο
επεξεργασία
θαλασσόχρωμος, -η, -ο
που έχει το χρώμα της
θάλασσας
Μεταφράσεις
επεξεργασία
θαλασσόχρωμος