Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ημιυπόγειος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ημιυπόγει
ος
η
ημιυπόγει
α
το
ημιυπόγει
ο
γενική
του
ημιυπόγει
ου
της
ημιυπόγει
ας
του
ημιυπόγει
ου
αιτιατική
τον
ημιυπόγει
ο
την
ημιυπόγει
α
το
ημιυπόγει
ο
κλητική
ημιυπόγει
ε
ημιυπόγει
α
ημιυπόγει
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ημιυπόγει
οι
οι
ημιυπόγει
ες
τα
ημιυπόγει
α
γενική
των
ημιυπόγει
ων
των
ημιυπόγει
ων
των
ημιυπόγει
ων
αιτιατική
τους
ημιυπόγει
ους
τις
ημιυπόγει
ες
τα
ημιυπόγει
α
κλητική
ημιυπόγει
οι
ημιυπόγει
ες
ημιυπόγει
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
θαυμάσιος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ημιυπόγειος
<
ημι-
+
υπόγειος
Επίθετο
επεξεργασία
ημιυπόγειος
που βρίσκεται εν μέρει στο
υπόγειο
και εν μέρει στο
ισόγειο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ημιυπόγειος