Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ημίκλειστος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ημίκλειστ
ος
η
ημίκλειστ
η
το
ημίκλειστ
ο
γενική
του
ημίκλειστ
ου
της
ημίκλειστ
ης
του
ημίκλειστ
ου
αιτιατική
τον
ημίκλειστ
ο
την
ημίκλειστ
η
το
ημίκλειστ
ο
κλητική
ημίκλειστ
ε
ημίκλειστ
η
ημίκλειστ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ημίκλειστ
οι
οι
ημίκλειστ
ες
τα
ημίκλειστ
α
γενική
των
ημίκλειστ
ων
των
ημίκλειστ
ων
των
ημίκλειστ
ων
αιτιατική
τους
ημίκλειστ
ους
τις
ημίκλειστ
ες
τα
ημίκλειστ
α
κλητική
ημίκλειστ
οι
ημίκλειστ
ες
ημίκλειστ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ημίκλειστος
<
ημί-
+
κλειστός
Επίθετο
επεξεργασία
ημίκλειστος, -η, -ο
μισόκλειστος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ημίκλειστος
→
δείτε
τη λέξη
μισόκλειστος