• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ηδονιστικός

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ηδονιστικός η ηδονιστική το ηδονιστικό
      γενική του ηδονιστικού της ηδονιστικής του ηδονιστικού
    αιτιατική τον ηδονιστικό την ηδονιστική το ηδονιστικό
     κλητική ηδονιστικέ ηδονιστική ηδονιστικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ηδονιστικοί οι ηδονιστικές τα ηδονιστικά
      γενική των ηδονιστικών των ηδονιστικών των ηδονιστικών
    αιτιατική τους ηδονιστικούς τις ηδονιστικές τα ηδονιστικά
     κλητική ηδονιστικοί ηδονιστικές ηδονιστικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
ηδονιστικός < → λείπει η ετυμολογία

Επίθετο

επεξεργασία

ηδονιστικός

  • που αποβλέπει στις ηδονές

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ηδονιστικός
  • αγγλικά : hedonistic (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ηδονιστικός&oldid=5476060"
Τελευταία επεξεργασία στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 09:51

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 09:51.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας