Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ζωοφοβικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ζωοφοβικ
ός
η
ζωοφοβικ
ή
το
ζωοφοβικ
ό
γενική
του
ζωοφοβικ
ού
της
ζωοφοβικ
ής
του
ζωοφοβικ
ού
αιτιατική
τον
ζωοφοβικ
ό
τη
ζωοφοβικ
ή
το
ζωοφοβικ
ό
κλητική
ζωοφοβικ
έ
ζωοφοβικ
ή
ζωοφοβικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ζωοφοβικ
οί
οι
ζωοφοβικ
ές
τα
ζωοφοβικ
ά
γενική
των
ζωοφοβικ
ών
των
ζωοφοβικ
ών
των
ζωοφοβικ
ών
αιτιατική
τους
ζωοφοβικ
ούς
τις
ζωοφοβικ
ές
τα
ζωοφοβικ
ά
κλητική
ζωοφοβικ
οί
ζωοφοβικ
ές
ζωοφοβικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ζωοφοβικός
<
ζωο-
+
φοβικός
Επίθετο
επεξεργασία
ζωοφοβικός
που φοβάται τα
ζώα
σε
παθολογικό
βαθμός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ζωοφοβικός